Συνελήφθησαν, πρωινές ώρες της 2-11-2021 στην περιοχή των Αχαρνών, από αστυνομικούς της ανωτέρω Υπηρεσίας με τη συνδρομή αστυνομικών της Άμεσης Δράσης (Ομάδα ΔΙ.ΑΣ.), δύο ημεδαποί, ηλικίας 37 και 38 ετών, μέλη της εγκληματικής ομάδας. Ταυτοποιήθηκαν και αναζητούνται τρεις (3) επιπλέον ημεδαπές, μέλη της συμμορίας.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπών, ληστείες και απάτες κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, καθώς και για παράβαση της Νομοθεσίας περί προστασίας ατόμων από επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, προ έτους οι ανωτέρω είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική ομάδα με διαρκή δράση και διακριτούς ρόλους, που διέπραττε συστηματικά απάτες, κλοπές και ληστείες σε βάρος ηλικιωμένων.
Όσον αφορά τη μεθοδολογία δράσης τους, κατά τις πρωινές ώρες περιφέρονταν, κινούμενοι με αυτοκίνητα, προς αναζήτηση υποψήφιων θυμάτων κοντά σε τράπεζες, εμπορικά καταστήματα και γενικότερα χώρους στους οποίους συχνάζουν ηλικιωμένοι.
Στη συνέχεια, αφού επιτηρούσαν διακριτικά τα υποψήφια θύματά τους και όταν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές, τους προσέγγιζαν, προφασιζόμενοι τους υπαλλήλους καταστημάτων ηλεκτρονικών ειδών, ιατρικών κέντρων και παρεμφερών επιχειρήσεων, στους οποίους συγγενικά τους πρόσωπα, τους όφειλαν δήθεν χρηματικά ποσά από εμπορικές-οικονομικές δοσοληψίες.
Προκειμένου να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ηλικιωμένων, πραγματοποιούσαν δήθεν τηλεφωνική συνομιλία με τον υποτιθέμενο συγγενή-οφειλέτη, στον οποίο ανέφεραν την τυχαία συνάντηση τους.
Σε κάποιες περιπτώσεις γνώριζαν και προσωπικές πληροφορίες για τα θύματά τους, τις οποίες χρησιμοποιούσαν για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους.
Επιπρόσθετα, φρόντιζαν να έχουν ευπρεπή εμφάνιση, εναρμονισμένη με την «επαγγελματική» ιδιότητα που επικαλούνταν κάθε φορά.
Οι ηλικιωμένοι μετά την παραπάνω παρότρυνση και δεδομένου ότι τα «οφειλόμενα» ποσά ήταν μικρής αξίας, συναινούσαν στην εξόφληση του υποτιθέμενου χρέους του συγγενικού τους προσώπου. Ο τρόπος που υποτίθεται θα εξοφλούνταν το χρέος ήταν μέσω τραπεζικής κάρτας σε ασύρματο POS που έφεραν μαζί τους.
Με αυτόν τον τρόπο οι ηλικιωμένοι πείθονταν να επιβιβαστούν στα αυτοκίνητα της συμμορίας και κατά τη διάρκεια της διαδρομής, στο πλαίσιο του κλίματος εμπιστοσύνης που είχαν οικοδομήσει, τους παρέδιδαν τις τραπεζικές τους κάρτες, τις οποίες οι δράστες τοποθετούσαν στη συσκευή που προσομοίαζε με POS , ζητώντας παράλληλα την πληκτρολόγηση του κωδικού PIN , το οποίο και απομνημόνευαν. Ακολούθως, είτε παρακρατούσαν τις τραπεζικές κάρτες, είτε τους επέστρεφαν κάρτες προηγούμενων θυμάτων.
Σε κάποιες περιπτώσεις υποδύονταν και τους λογιστές συγγενικών τους προσώπων και τους ζητούσαν να πληρώσουν τα παράβολα που «απαιτούνται» για την είσπραξη επιστροφής φόρου. Οι ηλικιωμένοι αφού πείθονταν, τους παρέδιδαν τα χρηματικά ποσά, με τους κατηγορούμενους να εισέρχονται στις οικίες τους όταν αυτό ήταν πρόσφορο.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το επίμαχο όχημα που επέβαινε ο ηλικιωμένος και λάμβανε χώρα η ανωτέρω πρακτική εξαπάτησης, ακολουθούνταν από έτερο όχημα της συμμορίας με σκοπό την εξασφάλιση της διαφυγής τους.
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια αποβίβασης των ηλικιωμένων, ο συνεργός-οδηγός του αυτοκίνητου που ακολουθούσε κόρναρε επίμονα και φωνασκούσε δήθεν αγανακτισμένος για την καθυστέρηση στην πορεία του. Αυτό δημιουργούσε κλίμα σύγχυσης και αποπροσανατολισμού στα θύματα και τα μέλη της συμμορίας διέφευγαν χωρίς να γίνεται άμεσα αντιληπτή η εγκληματική τους πράξη.
Στην περίπτωση που γινόταν αντιληπτή από τα θύματα η απάτη σε βάρος τους, τα μέλη της σπείρας είτε με απειλή είτε με χρήση σωματικής βίας, ολοκλήρωναν την εγκληματική τους πράξη, αφαιρώντας επιπλέον πορτοφόλια, κινητά τηλέφωνα και αντικείμενα αξίας.
Σημειώνεται ότι, τα «επιχειρησιακά» αυτοκίνητα τα προμηθεύονταν με βραχυχρόνια μίσθωση από διάφορες εταιρείες ενοικιάσεως αυτοκινήτων, προκειμένου να δυσχεράνουν τον εντοπισμό τους.
Κατά την τελική φάση της εγκληματικής τους δραστηριότητας, μετέβαιναν σε ATM , όπου χρησιμοποιώντας τις αφαιρεθείσες τραπεζικές κάρτες και γνωρίζοντας τους κωδικούς ασφαλείας, προέβαιναν σε αναλήψεις χρηματικών ποσών από τους λογαριασμούς των παθόντων, ενώ κατά περίπτωση προέβαιναν και σε αγορές προϊόντων από καταστήματα.
Από τη μέχρι στιγμής προανακριτική έρευνα της ανωτέρω Υπηρεσίας και των Τμημάτων Ασφαλείας Κηφισιάς και Νέας Ιωνίας, εξιχνιάστηκαν –34- περιπτώσεις κλοπών-απατών και -3- ληστείες.
Τα συνολικό εκτιμώμενο όφελος της εγκληματικής ομάδας εκτιμάται ότι υπερβαίνει τις -60.000- ευρώ.
Από τις έρευνες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
- 5 κάρτες διάφορων πιστωτικών ιδρυμάτων με σβησμένα ονόματα και αριθμούς,
- διάφορα διαφημιστικά έντυπα χρησιμοποιούμενα για υποστήριξη της ψευδούς ιδιότητας,
- είδη ρουχισμού που φορούσαν οι κατηγορούμενοι κατά τη διάρκεια της εγκληματικής τους δραστηριότητας,
- το χρηματικό ποσό των -370- ευρώ,
- 2 κινητά τηλέφωνα και
- 2 επιχειρησιακά αυτοκίνητα
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ενώ η έρευνα για την ταυτοποίηση και άλλων αξιόποινων πράξεων, συνεχίζεται.