Σε αυτές τις εκλογές νικήτρια παράταξη του πρώτου -κατα πάσα πιθανότητα και του δευτέρου γύρου- ήταν η αποχή. Σαφέστατα έχουμε να κάνουμε με μια φράση κλισέ, πλην όμως, το ποσοστό της την αναδεικνύει πραγματικά νικήτρια.
Τι είναι όμως η αποχή; Εν τέλει αποτελεί επιλογή ή είναι μια μη επιλογή; Οι ψηφοφόροι που τελικά επιλέγουν να μην προσέλθουν στην κάλπη προβάλλουν σίγουρα δυνατά επιχειρήματα. Σε πολλά εξ αυτών δεν έχουν άδικο. Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή. Σε κάποια συνέντευξή του στην τσεχική τηλεόραση κατα το παρελθόν ο πρώην τσέχος πρόεδρος Βάτσλαβ Χάβελ που πρωταγωνίστησε σε αυτό που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως η άνοιξη της Πράγας είχε δηλώσει ότι η αποχή είναι άρνηση της δημοκρατίας και ταυτοχρόνως ένα επικίνδυνο μονοπάτι για την εγκαθίδρυση της ολιγαρχίας. Ακούγεται σκληρό σε μια πρώτη εκτίμηση, όμως εμπεριέχει αλήθειες. Ας δούμε ορισμένες από αυτές.
Με το να μην προσέλθει κανείς στην κάλπη, στην ουσία εκχωρεί πληρεξούσιο σε κάποιους άλλους να αποφασίσουν για αυτόν χωρίς αυτόν αλλά οι συνέπειες της επιλογής τους θα αποτελέσουν μια πραγματικότητα που θα συμπεριλάβει άπαντες. Η αποχή θα ήταν ενδεχομένως η καλύτερη επιλογή των ημερών αν μπορούσε παράλληλα κανείς να απέχει και να μην υφίσταται τις αποφάσεις / επιλογές αυτών που εκλέγονται ει μη μόνο όσοι τους ψήφισαν. Και αλήθεια, πώς μπορεί να εξανίσταται κάποιος την επαύριο των εκλογών για μια σειρά θεμάτων όταν ο ίδιος τη μοναδική φορά που είχε τη δυνατότητα να καθορίσει μαζί με όλη την κοινωνία το αύριο το απέφυγε; Η αποχή δεν έχει τη δύναμη όσο υψηλή και αν είναι να ακυρώσει μια εκλογική διαδικασία. Αντίθετα και εκατό – που λέει ο λόγος - να ψηφίσουν, τα ποσοστά θα βγουν και όλοι θα επιχειρηματολογήσουν βάσει αυτών. Ας έχουμε για παράδειγμά μας τις Η.Π.Α. όπου η αποχή είναι ακόμη μεγαλύτερη από τα δικά μας πρωτόγνωρα νούμερα. Μια χώρα όπου ο πρώην προεδρός της εξελέγη χάρη στο ιδιόμορφο εκλογικό σύστημα με λιγότερες ψήφους από τον Αλ Γκορ και με μια βασική πολιτεία που έδινε αρκετούς εκλέκτορες να την κερδίζει στο εκλογοδικείο. Το τι ακολούθησε την εκλογή Μπους το θυμόμαστε όλοι.
Ας έρθουμε όμως και στα δικά μας. Η αποχή δε δίνει μόνο το δικαίωμα σε άλλους να αποφασίζουν για μας, αλλά και να μιλούν εξ ονόματός μας. Άλλωστε υπάρχουν επιλογές μπροστά στην κάλπη με το ίδιο περιεχόμενο της αποχής. Ο κάθε μεγαλοσχήμων ειδικός προχθές ερμήνευε το ποσοστό της αποχής κατα το δοκούν. Ακούσαμε ότι οι πολίτες είναι απογοητεύμενοι αλλά δεν αποδοκίμασαν, ακούσαμε ότι είναι σε στάση αναμονής, ακούσαμε ότι είναι οργισμένοι και για αυτό δεν προσήλθαν, ότι έδωσαν προθεσμία, ότι αποδοκιμάζουν τιμωρώντας στο σύνολο τον πολιτικό κόσμο ή ακόμη ότι η αποχή συμβαδίζει με την ανοχή. Μα ποιος μπορεί να μπει στο μυαλό του καθενός και να αναγνώσει τη σκέψη του;
Μια κοπέλα έγραφε σε ένα forum στο διαδίκτυο «γιατί να ψηφίσω; Αφού δημοκρατία δεν έχουμε». Ενδεχομένως να μην υπάρχει αντίλογος σε αυτό. Για σημαντικά θέματα της χώρας μας ο λαός δεν ερωτήθηκε (είσοδος στην Ε.Ο.Κ., συνθήκη Μάαστριχτ, συνθήκη Σένγκεν, Ο.Ν.Ε., Ευρωσύνταγμα, Μνημόνιο κτλ) όταν σε άλλες χώρες της Ευρώπης το δημοψήφισμα αποτελεί την πρώτη επιλογή.
Υπάρχει όμως και ο αντίποδας που έτυχε να ακούσω σε μια συζήτηση. Ψυχρός, κυνικός αλλά πιθανώς αληθινός. Σε ένα διάλογο ανέφερε ο ένας συνομιλητής πως ο τάδε (αρχηγός πολιτικού κόμματος) τρίβει τα χέρια του απόψε (το βράδυ των εκλογών). Ο άλλος ανταπαντά ότι καλά όλα αυτά αλλά τα νούμερα είναι πλασματικά διότι οι μισοί δεν καταδέχθηκαν όπως χαρακτηριστικά τόνισε να ψηφίσουν. «Ε και; Αυτοί αφού δεν πήγαν, απλά δεν υπάρχουν ως ψηφοφόροι και κανείς δεν ασχολείται μαζί τους» ήταν η απάντηση.
Κλείνοντας το σύντομο αυτό κείμενο θα αφήσω ένα προβληματισμό προς σκέψη. Τι είναι προτιμότερο; Να συμμετάσχει κανείς σε κάτι, να επιλέξει και μετά, έστω και να μετανοήσει για κάτι που αποτέλεσε δική του επιλογή ή όχι;
Στρατής Μαζίδης